Το Τσίπουρο: Μια παραδοσιακή απασχόληση που σβήνει…
Από μικρό παιδί θυμάμαι ότι ένα από τα σημαντικά γεγονότα που εξελισσόταν στην τοπική μας κοινωνία, στις αρχές του Σεπτέμβρη ήταν ο τρύγος. Τότε, οι εποχές και οι μήνες χαρακτηριζόταν από τις εργασίες των αγροτών. Σεπτέμβρης ή Τρυγητής λοιπόν ο μήνας. Η κινητοποίηση του συνόλου των κατοίκων αναδείκνυε τον τρύγο, μια από τις πιο δύσκολες γεωργικές εργασίες, σε ευχάριστη με τραγούδια εργασία, που συχνά έπαιρνε τον χαρακτήρα πανηγυριού αλλά και συνεργατισμού η μία οικογένεια δεχόταν αφιλοκερδώς προς βοήθεια συγγενείς και φίλους, με τον ίδιο τρόπο ο τρύγος συνεχίζονταν σε κάθε οικογένεια . Βοηθούσε ότι τα αμπέλια του Αργυροπουλίου είναι συγκεντρωμένα σε μια περιοχή, στο ποτάμι Μάτι και πάνω από τις γεφυρούλες.
Ο τρύγος και η παραγωγή κρασιού είναι πανάρχαια απασχόληση που οι αρχαίοι Έλληνες ασχολήθηκαν με την οινοποιία τουλάχιστον από το 1700 π.Χ. ειδικότερα στην περιοχή Τυρνάβου τιμώντας τον θεό Διόνυσο.
Το πάτημα των σταφυλιών γίνεται αμέσως μετά την συλλογή..
Αφού πατηθούν τα σταφύλια, και μεταφερθεί ο μούστος στα βαρέλια για την ζύμωση του, τα στερεά που παρέμειναν στην κάδη μαζί με μέρος μούστου και που είναι φλούδια ,κουκούτσια, κοτσάνια και τα κατακάθια (οινολάσπη) υφίστανται και αυτά την ίδια ζύμωση. Αυτό είναι το μίγμα που στη συνέχεια μετά την ζύμωσή του θα αποσταχθεί σε χάλκινο άμβυκα για να μας δώσει στην αρχή το πουράκι. Στη συνέχεια μια δεύτερη απόσταξη κι αφού προστεθούν σπόροι γλυκάνισου θα μας δώσει το τσίπουρο το πιο λαϊκό και παραδοσιακό ποτό του χωριού μας και της χώρας μας.
Από μικρό παιδί θυμάμαι ότι ένα από τα σημαντικά γεγονότα που εξελισσόταν στην τοπική μας κοινωνία, στις αρχές του Σεπτέμβρη ήταν ο τρύγος. Τότε, οι εποχές και οι μήνες χαρακτηριζόταν από τις εργασίες των αγροτών. Σεπτέμβρης ή Τρυγητής λοιπόν ο μήνας. Η κινητοποίηση του συνόλου των κατοίκων αναδείκνυε τον τρύγο, μια από τις πιο δύσκολες γεωργικές εργασίες, σε ευχάριστη με τραγούδια εργασία, που συχνά έπαιρνε τον χαρακτήρα πανηγυριού αλλά και συνεργατισμού η μία οικογένεια δεχόταν αφιλοκερδώς προς βοήθεια συγγενείς και φίλους, με τον ίδιο τρόπο ο τρύγος συνεχίζονταν σε κάθε οικογένεια . Βοηθούσε ότι τα αμπέλια του Αργυροπουλίου είναι συγκεντρωμένα σε μια περιοχή, στο ποτάμι Μάτι και πάνω από τις γεφυρούλες.
Ο τρύγος και η παραγωγή κρασιού είναι πανάρχαια απασχόληση που οι αρχαίοι Έλληνες ασχολήθηκαν με την οινοποιία τουλάχιστον από το 1700 π.Χ. ειδικότερα στην περιοχή Τυρνάβου τιμώντας τον θεό Διόνυσο.
Το πάτημα των σταφυλιών γίνεται αμέσως μετά την συλλογή..
Αφού πατηθούν τα σταφύλια, και μεταφερθεί ο μούστος στα βαρέλια για την ζύμωση του, τα στερεά που παρέμειναν στην κάδη μαζί με μέρος μούστου και που είναι φλούδια ,κουκούτσια, κοτσάνια και τα κατακάθια (οινολάσπη) υφίστανται και αυτά την ίδια ζύμωση. Αυτό είναι το μίγμα που στη συνέχεια μετά την ζύμωσή του θα αποσταχθεί σε χάλκινο άμβυκα για να μας δώσει στην αρχή το πουράκι. Στη συνέχεια μια δεύτερη απόσταξη κι αφού προστεθούν σπόροι γλυκάνισου θα μας δώσει το τσίπουρο το πιο λαϊκό και παραδοσιακό ποτό του χωριού μας και της χώρας μας.
Εμείς θα αναφερθούμε στην παραγωγή τσίπουρου. Το τσίπουρο είναι ένα ελληνικό αλκοολούχο ποτό που παράγεται από απόσταξη των εναπομεινάντων στέμφυλων ή τσάμπουρων κατά το λαϊκότερο μετά το τράβηγμα του μούστου. Υπάρχουν αναφορές για παραγωγή τσίπουρου στο Άγιο Όρος από την αρχαιότητα στην Κρήτη κάτι ανάλογο η τσικουδιά που είναι προϊόν μονής απόσταξης.
Το τσίπουρο ήταν από πάντα το ποτό της φτωχολογιάς, ήταν αυτό που έδινε στον κουρασμένο αγρότη και εργάτη μια ανάσα και κουράγιο για να ανταπεξέλθει στην καθημερινή μάχη για το μεροκάματο. Θυμάμαι τη μάνα μου να κερνά τον θείο Παναγιώτη Κουτίνα και να της λέει μόλις έπινε το πρώτο: «Σοφία δεν ήρθα με ένα πόδι κέρνα ακόμα ένα» αυτό έκανε το αίμα πιο ζεστό και πιο γοργό και τα βάσανα πιο υποφερτά. Ο μεζές; Λίγο τυρί και ντοματούλα από τον κήπο .
Στους γάμους οι βλάμηδες είχαν το μπουκάλι (με το φιρφιρί στο στόμιό του) στην κωλότσεπη και κερνούσαν τους χορευτές.
Σε κάθε πανηγύρι , το τσίπουρο και το ντόπιο κρασί είχαν την τιμητική τους. Το ίδιο και στις γιορτές, οι οποίες τότε δεν είχαν τη σημερινή τυπικότητα, και διασκέδαζε ο κόσμος με απλότητα. Όλοι με τα μαύρα σκούτινα ρούχα έβγαζαν τα παπούτσια στο χώλ και έμπαιναν στον ‘ οντά (σαλόνι) με τα τσουράπια. Πρώτα η νοικοκυρά σέρβιρε το απαραίτητο γλυκό για το καλωσόρισμα, ακολουθούσε το τσίπουρο με τσουγκρίσματα και ευχές για τον εορτάζοντα και συνέχιζαν με ντόπιο κρασί που ταίριαζε καλλίτερα με τα καπνιστά λουκάνικα και το κρέας. Μετά από κάποια ποτηράκια και πολλές ιστορίες ακολουθούσε το Ομαδικό κυκλικό τραγούδι και ο χορός.
Δεν νοούνταν νοικοκυριό χωρίς τσίπουρο και χωρίς κρασί. Κάποιοι μερακλήδες όπως ο συχωρεμένος αδερφός μου Αποστόλης Βόγγολης και ο θείος Παναγιώτης Κουτίνας χόρευαν με το ποτήρι στο κεφάλι το ”πως στουμπίζουν το πιπέρι τρεις διαβόλοι καλογέροι” ή ο μπάρμπα Βαγγέλης Τσούτσας, το ”δε μπορώ μανούλα μ’ δεν μπορώ σήκω να φέρεις το γιατρό”, το ίδιο επίσης και ο παππούς Βασίλης Ρεβήσιος και ο Ναούμ Φουρτούνας επιδέξια να στρώνει το τραγούδι ! ! ! Είχαμε πολλούς μερακλήδες στο χωριό!
. .Το καζάνι με τον λουλά από πάνω και το βαρέλι με τον χαλκοσωλήνα, τα οποία κατόπιν ειδικής αδείας έπαιρνε ο καθένας στο σπίτι του ή κοντά σε σημείο που διέθετε νερό και έβγαζε τσίπουρο, στη γειτονιά μου το στήναμε απέναντι από το σπίτι της Τέτας Γιάννας του Αναστασίου και πίσω από του Κόκορα στο τρίγωνο, ήταν χέρσο τότε.
Τα σκεύη και υλικά που χρειαζόταν ήταν:
• Το καζάνι απόσταξης που χωρούσε περίπου 65 κιλά.
• Ο λουλάς και το βαρέλι με τον χαλκοσωλήνα.
• Άχυρο για να μην ‘’πιάσει’’ το καζάνι.
• Στάχτη αλεύρι και πίτυρα ζυμωμένα σε μια λεκανίτσα για την στεγανοποίηση του καζανιού.
• Ξύλα για τη συντήρηση της φωτιάς.
• Γλυκάνισος.
• Ένα κουβά όπου θα έσταζε το προϊόν της απόσταξης (πουράκι).
• Μια τσαντήλα που σκέπαζε τον κουβά και εμπόδιζε την πτητικότητα.
• Το δοχείο συλλογής του αποστάγματος.
• Και φυσικά τα στέμφυλα τα οποία τα βγάζανε από τον κάδο και τα είχαν στα δοχεία.
Πολλές φορές τους έπαιρνε φωτιά το καζάνι γιατί πλησίαζαν με το γκαζοκάντηλο η τη λαμπάδα κοντά στον αποστακτήρα.
Υπήρχε σειρά προτεραιότητας και τηρούνταν επακριβώς, γιατί η άδεια όριζε μέρα, ώρα έναρξης ώρα λήξης. Και ο επόμενος άρχιζε οποιαδήποτε ώρα τελείωνε ο προηγούμενος, μπορεί και 2 η ώρα μετά τα μεσάνυχτα, εκείνη την ώρα γινόταν τα πιο γοητευτικά μασλάτια…τα οποία εμείς οι μικροί ακούγαμε σαν παραμύθια. Αναβιώστε και σεις οι νέοι σε κάποια γειτονιά κάτι αντίστοιχο.
Τα τελευταία χρόνια έγιναν κάποιες τροποποιήσεις και βελτιώσεις με τη χρησιμοποίηση μεγαλύτερων καζανιών και υγραερίου. Αλλά τώρα που απλοποιήθηκε η διαδικασία, έπαψε να προσελκύει το ενδιαφέρον των νέων και οι τσιπροπαραγωγοί είναι ελάχιστοι.
Δημήτρης Βόγγολης
: Ελληνική γνώμη
Το τσίπουρο ήταν από πάντα το ποτό της φτωχολογιάς, ήταν αυτό που έδινε στον κουρασμένο αγρότη και εργάτη μια ανάσα και κουράγιο για να ανταπεξέλθει στην καθημερινή μάχη για το μεροκάματο. Θυμάμαι τη μάνα μου να κερνά τον θείο Παναγιώτη Κουτίνα και να της λέει μόλις έπινε το πρώτο: «Σοφία δεν ήρθα με ένα πόδι κέρνα ακόμα ένα» αυτό έκανε το αίμα πιο ζεστό και πιο γοργό και τα βάσανα πιο υποφερτά. Ο μεζές; Λίγο τυρί και ντοματούλα από τον κήπο .
Στους γάμους οι βλάμηδες είχαν το μπουκάλι (με το φιρφιρί στο στόμιό του) στην κωλότσεπη και κερνούσαν τους χορευτές.
Σε κάθε πανηγύρι , το τσίπουρο και το ντόπιο κρασί είχαν την τιμητική τους. Το ίδιο και στις γιορτές, οι οποίες τότε δεν είχαν τη σημερινή τυπικότητα, και διασκέδαζε ο κόσμος με απλότητα. Όλοι με τα μαύρα σκούτινα ρούχα έβγαζαν τα παπούτσια στο χώλ και έμπαιναν στον ‘ οντά (σαλόνι) με τα τσουράπια. Πρώτα η νοικοκυρά σέρβιρε το απαραίτητο γλυκό για το καλωσόρισμα, ακολουθούσε το τσίπουρο με τσουγκρίσματα και ευχές για τον εορτάζοντα και συνέχιζαν με ντόπιο κρασί που ταίριαζε καλλίτερα με τα καπνιστά λουκάνικα και το κρέας. Μετά από κάποια ποτηράκια και πολλές ιστορίες ακολουθούσε το Ομαδικό κυκλικό τραγούδι και ο χορός.
Δεν νοούνταν νοικοκυριό χωρίς τσίπουρο και χωρίς κρασί. Κάποιοι μερακλήδες όπως ο συχωρεμένος αδερφός μου Αποστόλης Βόγγολης και ο θείος Παναγιώτης Κουτίνας χόρευαν με το ποτήρι στο κεφάλι το ”πως στουμπίζουν το πιπέρι τρεις διαβόλοι καλογέροι” ή ο μπάρμπα Βαγγέλης Τσούτσας, το ”δε μπορώ μανούλα μ’ δεν μπορώ σήκω να φέρεις το γιατρό”, το ίδιο επίσης και ο παππούς Βασίλης Ρεβήσιος και ο Ναούμ Φουρτούνας επιδέξια να στρώνει το τραγούδι ! ! ! Είχαμε πολλούς μερακλήδες στο χωριό!
. .Το καζάνι με τον λουλά από πάνω και το βαρέλι με τον χαλκοσωλήνα, τα οποία κατόπιν ειδικής αδείας έπαιρνε ο καθένας στο σπίτι του ή κοντά σε σημείο που διέθετε νερό και έβγαζε τσίπουρο, στη γειτονιά μου το στήναμε απέναντι από το σπίτι της Τέτας Γιάννας του Αναστασίου και πίσω από του Κόκορα στο τρίγωνο, ήταν χέρσο τότε.
Τα σκεύη και υλικά που χρειαζόταν ήταν:
• Το καζάνι απόσταξης που χωρούσε περίπου 65 κιλά.
• Ο λουλάς και το βαρέλι με τον χαλκοσωλήνα.
• Άχυρο για να μην ‘’πιάσει’’ το καζάνι.
• Στάχτη αλεύρι και πίτυρα ζυμωμένα σε μια λεκανίτσα για την στεγανοποίηση του καζανιού.
• Ξύλα για τη συντήρηση της φωτιάς.
• Γλυκάνισος.
• Ένα κουβά όπου θα έσταζε το προϊόν της απόσταξης (πουράκι).
• Μια τσαντήλα που σκέπαζε τον κουβά και εμπόδιζε την πτητικότητα.
• Το δοχείο συλλογής του αποστάγματος.
• Και φυσικά τα στέμφυλα τα οποία τα βγάζανε από τον κάδο και τα είχαν στα δοχεία.
Πολλές φορές τους έπαιρνε φωτιά το καζάνι γιατί πλησίαζαν με το γκαζοκάντηλο η τη λαμπάδα κοντά στον αποστακτήρα.
Υπήρχε σειρά προτεραιότητας και τηρούνταν επακριβώς, γιατί η άδεια όριζε μέρα, ώρα έναρξης ώρα λήξης. Και ο επόμενος άρχιζε οποιαδήποτε ώρα τελείωνε ο προηγούμενος, μπορεί και 2 η ώρα μετά τα μεσάνυχτα, εκείνη την ώρα γινόταν τα πιο γοητευτικά μασλάτια…τα οποία εμείς οι μικροί ακούγαμε σαν παραμύθια. Αναβιώστε και σεις οι νέοι σε κάποια γειτονιά κάτι αντίστοιχο.
Τα τελευταία χρόνια έγιναν κάποιες τροποποιήσεις και βελτιώσεις με τη χρησιμοποίηση μεγαλύτερων καζανιών και υγραερίου. Αλλά τώρα που απλοποιήθηκε η διαδικασία, έπαψε να προσελκύει το ενδιαφέρον των νέων και οι τσιπροπαραγωγοί είναι ελάχιστοι.
Δημήτρης Βόγγολης
: Ελληνική γνώμη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου